Μία βόλτα διαφορετική – Una passegiata diversa (η συνέχεια..)

2ο μέρος

Μεσσήνα, η πόλη των αντιθέσεων

Κείμενο: Αναστασία Τσαλκιτζή

Επιμέλεια ανάρτησης:Κλαίρη Μπαράκου

 Η περιοχή θυμίζει τόσο Ελλάδα! Πεταμένα απορρίμματα, ξερά χόρτα, ελάχιστα σπίτια φτωχικά και μία παράξενη μαύρη άμμος απλωμένη παντού. Το εικοσάλεπτο περπάτημα κάτω από τον καυτό ήλιο επώδυνο – κουραστικό.

 Η δροσιά των προηγούμενων στιγμών αντικαταστάθηκε με τον ιδρώτα που κυλά νοτίζοντας τα ρούχα, μα συνεχίζεις με γρήγορο βήμα και σε λίγο ο σιδηροδρομικός σταθμός βρίσκεται εντός του οπτικού μας πεδίου.  Οι μικρές με ενημερώνουν πως έχουν κλείσει εισιτήρια ηλεκτρονικά και πως σε ένα τέταρτο το τρένο θα είναι εδώ. 

 Και πραγματικά σε ένα τέταρτο το μικρό επιβατικό τρένο έφθασε στο σταθμό. Πεντακάθαρο σύγχρονο με κλιματισμό με χώρο για ποδήλατα και αναπηρικά αμαξίδια. Μα γιατί δεν ξεκινά; Η απάντηση, απαγορεύεται να ξεκινήσει έστω και ένα λεπτό νωρίτερα, με αφήνει άναυδη. 

 Το τοπίο εναλλάσσεται γρήγορα, οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη, κεφαλοχώρια, μικρά χωριά ψαράδων, ακρογιαλιές, τουρίστες που βουτούν στα πράσινα νερά της, λεμονιές – πορτοκαλιές που είναι τόσο διψασμένες, γη δίχως φροντίδα γεωργού και η Αίτνα ακοίμητος φρουρός της περιοχής. 

 Δύο ώρες ταξίδι και εξακολουθώ να αισθάνομαι πως βρίσκομαι στην Ελλάδα. Μία αίσθηση που θόλωσε όταν αποβιβαστήκαμε στη Μεσσήνα περπατώντας ανάμεσα σε παραδοσιακά κτίρια της πόλης. Οι δρόμοι μεγάλοι, η κίνηση ελάχιστη, φανάρια πεζών με τρία ανθρωπάκια  κι ο ήλιος να παίζει με τις στάλες ιδρώτα που οργώνουν το κορμί. Οι ελληνικές πόλεις πριν κάνει την εμφάνιση του το σκυρόδεμα και οι πολυκατοικίες ζωντανεύουν στη μνήμη. Είναι τόσο όμορφα, τόσο μοναδικά………

Τα οικοδομικά τετράγωνα με αρχοντικά διαδέχονται το ένα το άλλο. Κάποια φροντισμένα – ανακαινισμένα, κάποια αφημένα στη λήθη του χρόνου με ταμπέλες πώλησης. Πεζοί ελάχιστοι, αυτοκίνητα λιγοστά, πεζοδρόμια άνετα, δρόμοι τεράστιοι, καθαριότητα, καλάθια ανακύκλωσης στα πεζοδρόμια και τις πλατείες  κι εμείς βαδίζουμε αναζητώντας το σπίτι που νοικιάσαμε από το διαδίκτυο. 

 Οι οδηγίες από το κινητό και φτάνουμε σε αδιέξοδο. Μπροστά μας σκαλιά με τη βλάστηση δεξιά και αριστερά να οργιάζει, ένα σπίτι ερείπιο μα το κινητό επιμένει να ανεβούμε. Πρώτη μας σκέψη να δοκιμάσουμε, δεύτερη απαγορευτική. Επιστρέφουμε αναζητώντας κάποιο άλλο δρόμο. Σκαλιά και πάλι απότομα τσιμεντένια με κάθε λογής σκουπίδι τοποθετημένο σε αυτά. 

 Ανεβαίνουμε μα νιώθω τόσο εξαντλημένη. Λίγο η ζέστη, λίγο το βάρος του γεμάτου σακίδιου, λίγο η ηλικία μου νιώθω πως η ενέργεια μου αν κάνω ένα βήμα ακόμα θα εγκαταλείψει το ταλαιπωρημένο κορμί. Τα απότομα σκαλιά διαδέχονται σκαλοπάτια φαρδιά – ανηφορικά και συ νομίζεις πως περπατάς σε αιγαιοπελαγίτικο νησί.

 Επιτέλους το τελευταίο σκαλί! και ζητώ να ξαποστάσω στο πεζούλι που διαχωρίζει την παλιά από τη νέα πόλη, μάλλον τα  τείχη της πόλης. Εδώ κυριαρχεί η άναρχη δόμηση, το μπετόν αρμέ, οι πολυκατοικίες και τα φτωχικά σπίτια, κάποια εγκαταλελειμμένα, κάποια ανακαινίζονται, κάποια κατοικούνται.

 Φτάσαμε. Έκπληξη η ταράτσα του σπιτιού πάρκινγκ αυτοκινήτων, σιδερένια σκαλιά και μία αυλή που δείχνει τόσο ατημέλητη. Απογοητεύομαι μα δε μιλώ, μόνο απολαμβάνω τη θέα.

 Είσοδος στο σπίτι και η απογοήτευση διαδέχεται την έκπληξη. Σύγχρονο, μοντέρνο άνετο κουκλίστικο. Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, μας καλωσορίζει και  ενημερώνει πως θα πρέπει να πληρώσουμε επιπλέον 2,5 ευρώ το άτομο επί τα βράδια που θα παραμείνουμε.( Αυτός ο φόρος πόσο παράξενος! Άραγε όταν επισκέπτονται τη χώρα μας πληρώνουν τον αντίστοιχο φόρο γιατί αναπνέουν τον αέρα μας;)

 Η θέα από το μπαλκόνι μοναδική. Το λιμάνι της, οι στέγες των σπιτιών, ο καυτός ήλιος, και το παράξενο, δεν ηχούν τζιτζίκια! Η μεταξύ μας συζήτηση επιβεβαιώνει τη δική μου αίσθηση πως βρίσκομαι ακόμα στην Ελλάδα και οργώνω το κουρασμένο μυαλό προσπαθώντας να ανακαλύψω την πόλη που μοιάζει μ’ αυτήν. Θυμίζει λίγο από Θεσσαλονίκη, λίγο από Πάτρα, λίγο από Χαλκίδα μιας και η Μεσσήνα ήταν αποικία της Χαλκίδας;

 Οι σκέψεις σβήνουν μιας και αποφασίζουμε να γνωρίσουμε περπατώντας τη μοναδικότητα της πόλης.

 Κατευθυνόμενες στην piazza duomo την κεντρική πλατεία της πόλης με το μεγαλύτερο καθεδρικό ναό της περιοχής.. Μέγεθος ασύλληπτο, ομορφιά μοναδική, καμπαναριό στολισμένο με αστρονομικό ρολόι και φιγούρες ζώων – ανθρώπων-  σπιτιών – θεοτήτων μπρούτζινες λαμπυρίζουσες κι ένα πλήθος τουριστών με κάμερες ανά χείρας προσπαθώντας να αιχμαλωτίσουν τις δημιουργούμενες αναμνήσεις.

Η περιοχή ήσυχη, γεμάτη μαγαζιά σε προκαλεί να γευτείς τον υπέροχο καφέ στην πολιτισμικότητα του τοπίου κι εμείς αποδεχόμενες την πρόσκληση απολαμβάνουμε μέχρι τη στιγμή που ο λαρυγγισμός ενός κόκορα δημιουργεί αναστάτωση στους θαμώνες των μαγαζιών. 

 Κοιτώ παραξενεμένη γύρω  – γύρω. Μόνο περιστέρια και πλήθος συνοδευόμενων σκύλων που απολαμβάνουν τη βόλτα τους.  Ο λαρυγγισμός συνεχίζεται και κοιτάζοντας τους δείκτες του δικού μου  ρολογιού, (12 ακριβώς)  τρέχω προς το ρολόι της εκκλησιάς, θυμώμενη το αντίστοιχο ρολόι της Πράγας. Οι μπρούτζινες φιγούρες κινούμενες διαδέχονται  η μία την άλλη προβάλλοντας μία παρέλαση μορφών που απεικονίζουν ιστορικές και θρησκευτικές σκηνές,  ζωντανεύοντας την ιστορία και τον πολιτισμό της Μεσσήνας.

 Το ρολόι σίγησε και εμείς περπατώντας συνεχίζουμε το σεργιάνι στην πόλη με τις εκκλησιές να δίνουν το παρόν σε κάθε μας βήμα, μικρές πλατείες στολισμένες με αγάλματα ή συντριβάνια , αναζητώντας το σημείο εκείνο που πωλούνται τα arrancini – street food. 

 Το  μαγαζάκι γεμάτο κόσμο, οι τοίχοι γεμάτοι με εικόνες διάσημων που επισκέφθηκαν το μαγαζί, η βιτρίνα του στολισμένη με εκείνους τους μικρούς χρυσαφένιους γεμιστούς οβελίσκους και συ διαλέγεις τυχαία αποκωδικοποιώντας τις μικρές ταμπέλες con carne, ragu, pollo …. δαγκώνεις απολαμβάνοντας την πανδαισία της εκρηκτικής γεύσης, τις συνδυασμένες υφές των υλικών και η κάθε μπουκιά σε αποζημιώνει για τα χιλιόμετρα που έχουν καταγραφεί στην αντίστοιχη εφαρμογή του κινητού, αναπληρώνοντας την ενέργεια που έχει χαθεί δίνοντας το βήμα για την επόμενη στάση, το συντριβάνι του Ποσειδώνα στην άκρη του λιμανιού τη στιγμή που η νυχτιά προβάλλει δημιουργώντας μία εικόνα της πόλης μοναδική.

 Τα σπίτια με αυλές, η ατμόσφαιρα μυρωμένη γιασεμί, πεζόδρομοι στολισμένοι με φωτιζόμενες επιγραφές και ο Ποσειδώνας ατενίζει τα πλοία που ενώνουν τη Μεσσήνα με  την Καλαβρία και τα χωριά της στο νότιο άκρο της Ιταλίας και συ επιθυμείς την επίσκεψη σε αυτά, να γευτείς την ιστορία των γραικάνων, επιθυμείς να υπήρχε ο χρόνος να σεργιανίσεις σε κάθε γωνιά της πόλης , να ανακαλύψεις τα βήματα εκείνων των Ελλήνων που εγκαταστάθηκαν πριν πολλά πολλά χρόνια αναζητώντας μία καλύτερη τύχη – δημιουργώντας μία νέα Ελλάδα. 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *