Χρόνης Αηδονίδης, ο μεγάλος θεματοφύλακας της παράδοσης

 

 

Λίνα Περγάμαλη

Αναδημοσίευση συνέντευξης από την έντυπη εφημερίδα τ’αλωνάκι

 

Συνέντευξη από το μέλος του Συλλόγου μας Δέσποινα Μωραΐτου.

 

  Κύριε Αηδονίδη, ανοίγοντας αυτή την κουβέντα, θέλω να σας πω οτι χαίρομαι που σας γνωρίζω και που έχουμε αυτή την τιμή.

Χ.Α. Χαίρομαι και εγώ, ειδικά όταν βλέπω νέα παιδιά να ασχολούνται με την παράδοση, το τραγούδι, το χορό. Έχω τάξει στη ζωή μου να μεταδώσω ότι έμαθα σ’ αυτά τα 55 χρόνια της ενασχόλησής μου με το τραγούδι. Αυτό πρέπει να είναι ο στόχος όποιου ασχολείται με την παράδοση. Αν όλοι το κάναμε αυτό δεν θα υπήρχαν πολλά προβλήματα.

 Θα ήθελα να μου πείτε λίγα λόγια για τη ζωή σας. Που γεννηθήκατε και μεγαλώσατε;

 Γεννήθηκα στην Καρωτή, ένα χωριό πάνω από το Διδυμότειχο. Εκεί μεγάλωσα και γυμνάσιο πήγα στο Διδυμότειχο. Από μικρός είχα μεράκι με τη μουσική, ο πατέρας μου ήταν ιερέας και μ’ έπαιρνε κοντά του, η μητέρα μου τραγουδούσε πολύ ωραία, οπότε άκουγα βυζαντινή μουσική και τραγούδια παραδοσιακά. Μου άρεσε και ξεκίνησα ν’ ακούω παραδοσιακή μουσική, χωρίς να φαντάζομαι οτι κάποια στιγμή θ’ ασχοληθώ συστηματικά, όχι επαγγελματικά, σε καμία περίπτωση. Εγώ υπηρετώ την παράδοση μόνο λαογραφικά. Τελείωσα το γυμνάσιο και είχα ξεκινήσει βυζαντινή μουσική με ένα ψάλτη, Κωνσταντινοπολίτη, τον Μιχάλη τον Κεφαλοκόπτη, με τον οποίο προχώρησα αρκετά, αν και είχα αρχίσει με τον πατέρα μου, ο οποίος γνώριζε βυζαντινή μουσική. Μετά χρειάστηκε να κατέβουμε όλοι στην Αθήνα και συνέχισα στο Ελληνικό Ωδείο.

  Πότε αρχίσατε να γίνεστε περισσότερο γνωστός ως τραγουδιστής;

  Λίγο καιρό αργότερα ήρθε και με βρήκε ένας λαογράφος, ο Π. Παπαχριστοδούλου και μου ζήτησε να κάνουμε κάποιες εκπομπές με θρακιώτικα τραγούδια. Έψαχνε εκτός από ένα τραγουδιστή και κάποιον που να ξέρει τραγούδια της Δυτικής και Βόρειας Θράκης, γιατί λόγω καταγωγής γνώριζε μόνο τραγούδια της Ανατολικής Θράκης. Ζήτησε λοιπόν τη βοήθεια ενός συναδέλφου του από το Διδυμότειχο και αυτός του μίλησε για εμένα. Έτσι ξεκίνησα τις εκπομπές δειλά – δειλά γιατί την εποχή εκείνη (1953) ακούγονταν λαϊκά (Καζαντζίδης κ.α.), έντεχνο, ελαφρύ λαϊκό (Βέμπο κ.α.), το δημοτικό δεν είχε και πολλή πέραση αλλά για μια φορά την εβδομάδα μια λαογραφική εκπομπή καλά ήταν. Καθώς περνούσε ο καιρός βέβαια, άρχισα να ασχολούμαι συστηματικότερα με το ο κόσμος να μαθαίνει τη Θράκη, η οποία λόγω των αποστάσεων δεν ήταν δημοφιλής και ήταν σαν τόπος εξορίας. Πως να μην είναι άλλωστε όταν το τρένο έκανε 36 ώρες και το πλοίο μια εβδομάδα για να πάνε πάνω. Γύρω στο 1955 – ’56 άρχισε η δισκογραφία με δίσκους 78 στροφών. Απ’ το ’60 και μετά αρχίσαμε και βγάζαμε σε δίσκους 45 στροφών, κατόπιν βινύλια και μετά cd. Απ’ το ’67 και μετά με τη λειτουργία της τηλεόρασης άρχισαν οι τηλεοπτικές εκπομπές. Άρχισαν και οι συναυλίες και συνεχίζονται. Έχω τραγουδήσει σε πολλά μέρη του εξωτερικού (σ’ όλη σχεδόν την Ευρώπη, Αυστραλία, Αμερική, περιοδεία σ’ όλα τα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης).

  Πως νιώθατε που τραγουδούσατε για τους ομογενείς και όχι μόνο; Τι αντιμετώπιση είχατε στο εξωτερικό;

 Οι Έλληνες μας είχαν σα Θεούς, πολύ θερμή υποδοχή και πλήθη Ελλήνων στις συναυλίες. Αλλά και οι ξένοι μας αντιμετώπιζαν με αγάπη και θαυμασμό. Δεν θα ξεχάσω έναν Ολλανδό, ο οποίος μου έστειλε μια επιστολή στα ελληνικά! Με πήραν λοιπόν και με πήγαν στον σύλλογό τους, στον οποίο μάθαιναν ελληνικούς χορούς και άκουγαν ελληνικά τραγούδια. Έτυχα πολύ θερμής υποδοχής. Όταν ρώτησα τον Ολλανδό που έμαθε τόσο καλά ελληνικά, όχι μόνο γραπτά αλλά και προφορικά μου είπε οτι είχε μείνει 5 χρόνια εδώ. Πήγε στο Θέατρο της Στράτου, έμαθε χορούς, έμαθε καλά τη γλώσσα και όχι μόνο προφορικά αλλά και γραπτά και γυρίζοντας Ολλανδία, ίδρυσε αυτόν τον σύλλογο. Αυτό που έχω διαπιστώσει είναι οτι οι ξένοι αγαπάνε την παράδοσή μας και μάλιστα την αγαπούσαν και πριν 15 – 20 χρόνια και με τα μουσικά σχολεία αλλά και τη βοήθεια του κράτους προς όλους τους φορείς που ασχολούνται με την διάσωση και μετάδοση της παράδοσης, αυξάνεται το ενδιαφέρον του κόσμου προς την παράδοση.

 Υπήρξε κάποια στιγμή στην πορεία σας που απογοητευτήκατε και σκεφτήκατε να τα παρατήσετε; Τι σας απέτρεψε;

 Υπήρξαν τέτοιες στιγμές, κυρίως πριν την ανάπτυξη των μουσικών σχολείων και των πολιτιστικών συλλόγων, οι οποίοι κάνουν σημαντικότατη δουλειά που ένιωθα «καπελωμένος» λόγω του ότι υπήρχαν πιο ισχυρά μουσικά ρεύματα και έλεγα τι πάω να κάνω εγώ; Όμως αυτό που με απέτρεψε ήταν τα γράμματα που παίρναμε εγώ και οι συνεργάτες μου απ’ τον κόσμο ο οποίος μας έδινε κουράγιο, μας συγκινούσε και μας συγκινεί με την αγάπη που μας δείχνει. Επίσης σκεφτόμουν οτι 400 χρόνια σκλάβοι στους Τούρκους δε χάσαμε τίποτα απ’ την παράδοση, την πίστη μας, θα χάσουμε τώρα; Οι Έλληνες του εξωτερικού μου αναπτέρωναν το ηθικό, γιατί μακριά απ’ την Ελλάδα και με το φόβο μήπως τα παιδιά τους αλλοτριωθούν πάσχιζαν να κρατήσουν ζωντανή την παράδοση με περισσότερο πάθος απ’ οτι εμείς.

 Στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας ανοίξατε εσείς την τελετή με το «Φίλοι μ’ καλώς ορίσατε». Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτή την εμπειρία.

 Η εμπειρία αυτή καθώς και το ντοκιμαντέρ που είχα κάνει με τον Παντελή Βούλγαρη στην 1η ανατολή της χιλιετίας, ήταν πρωτόγνωρες για μένα, καθώς δεν δίνονται τέτοιες ευκαιρίες. Και αισθάνθηκα πολύ ωραία αλλά και αμήχανα, παρ’όλο που είχα τότε 50 χρόνια στο τραγούδι. Εγώ είχα την τύχη σε 3 χρόνια να είμαι πρωταγωνιστής σε 2 τόσο σημαντικά και σπάνια γεγονότα, την 1η ανατολή της χιλιετίας και τους Ολυμπιακούς Αγώνες και να με δει τόσος κόσμος, ιδίως στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ίσως ήταν αυτό το τραγούδι το πιο ωραίο καλωσόρισμα στις τελετές έναρξης ή να τραγουδάς στην 1η ανατολή της χιλιετίας.

  Γνωρίζετε βυζαντινή μουσική. Ποιος απ’ όλους όσους προείπατε θεωρείτε ότι σας μύησε στη βυζαντινή μουσική και το παραδοσιακό τραγούδι;

 Με τον πατέρα μου ξεκίνησα τη βυζαντινή μουσική, παρ’ όλο που την εποχή εκείνη οι μουσικοί και οι τραγουδιστές θεωρούνταν αποτυχημένοι και ήταν απαγορευμένο επάγγελμα για έναν άντρα. Στην πορεία βέβαια στράφηκα στο τραγούδι γιατί είχε μεγαλύτερη ποικιλία απ’ τη βυζαντινή μουσική όπου υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που λέει ο ψάλτης. Οι γονείς μου βέβαια ήθελαν να με δουν ιερέα αλλά τελικά με κέρδισε το τραγούδι. Ξένοι ερευνητές που έρχονται να μελετήσουν την παράδοσή μας μένουν έκπληκτοι με την ποικιλία και το πλήθος των τραγουδιών. Άλλωστε, παραδοσιακή και βυζαντινή μουσική είναι αλληλένδετες και έχουν προέλθει απ’ τα αρχαία χρόνια, είναι δηλαδή ελληνικότατη μουσική. Τις παρομοιάζω σαν έναν κορμό με δύο κλαδιά.

 Πιστεύετε ότι η παράδοσή μας όσο περνούν τα χρόνια χάνεται; Οι νέες γενιές ενδιαφέρονται;

 Εφ’ όσον όπως προείπα δεν χάθηκε η παράδοση στα 400 χρόνια σκλαβιάς, δεν θα χαθεί τόσο εύκολα. Η παράδοση είναι συνδεδεμένη με τη θρησκεία, την ιστορία μας, αν χαθούν αυτά, θα χαθεί και η παράδοση και θα χαθούμε σαν έθνος. Στις συναυλίες βλέπω νέα παιδιά και μορφωμένα. Μπροστά πάμε, ίσως με αργά βήματα αλλά πίσω δεν πάμε.

 Μπορεί η παράδοση να εξελιχθεί χωρίς να αλλοιωθεί τελείως ή πρέπει να μεταδίδεται αυθεντική ή χωρίς παρεμβάσεις.

 Παράδοση σημαίνει ότι παρέλαβα, θα παραδώσω. Όμως αυτό δεν είναι εφικτό για πολλούς λόγους. Η παράδοση ξεκίνησε απ΄τον αυλό του Πανός και τη λύρα του Απόλλωνα και σήμερα έχουμε πληθώρα παραδοσιακών οργάνων (ούτι, κανονάκι, καβάλ, γκάιντα, λύρα κ.ά.). Αυτού του είδους η εξέλιξη είναι απόκλιση μεν, αλλά προς το καλύτερο. Αλλά τα τραγούδια ας πούμε για την άλωση της Πόλης, που γράφτηκαν πριν 300 – 400 χρόνια, είναι ιεροσυλία να τα πειράξεις. Μπορείς  να τα εμπλουτίσεις με όργανα ή να οργανώσεις το χορό ώστε να είναι ομοιόμορφος και να χορεύουν σ’ ένα κύκλο όλοι το ίδιο, κάτι που δεν γινόταν παλιότερα. Τρία πράγματα πρέπει να μένουν αναλλοίωρα, στίχος, ρυθμός και το τοπικό χρώμα. Το τραγούδι ήταν ένα μέσο για την διάδοση των νέων. Σήμερα είναι λογικό αυτό να μην υφίσταται με την πρόοδο της τεχνολογίας.

 Κάποιοι λένε ότι η παράδοση δεν ωφελεί να μεταδίδεται γιατί δεν παίρνουμε κάτι ουσιαστικό. Ποια είναι η γνώμη σας;

  Η παράδοση ότι δε χρειάζεται το βάζει στο μουσείο. Όπως το αλέτρι, κάποτε όργωναν μ’ αυτό. Σήμερα είναι στο μουσείο, γιατί πλέον το όργωμα γίνεται με τρακτέρ. Το ίδιο και με τις βοϊδάμαξες. Το τραγούδι όμως που είναι συνδεδεμένο με την ιστορία, γιατί οι στίχοι του μιλούν για μια σημαντική μάχη, μια άλωση, γιατί έτσι το εμπνεύστηκε ο ανώνυμος ποιητής, δε χρειάζεται και δε γίνεται ν’ αλλάξει. Πως ν’ αλλάξεις τραγούδια που μιλούν για τους Κολοκοτρωναίους ή την άλωση της Πόλης; Δεν πρόκειται να χαθεί ο τρόπος με τον οποίο χορεύουν και τραγουδούν Έλληνες. Είναι και πολλά τραγούδια που θα χαθούν. Τραγούδια που μιλούν για την καθημερινότητα ή χωρίς ιδιαίτερο νόημα κάποια στιγμή θα χαθούν, όπως έχουν ήδη χαθεί πολλά. Το ότι σταμάτησαν να φοριούνται οι φορεσιές σε καθημερινή βάση ίσως δεν είναι τόσο τρομερό, όμως είναι διαφορετικό να δεις κάποιους να χορεύουν με απλά ρούχα και πολύ ωραιότερο και εντυπωσιακό να τους δεις με την τοπική φορεσιά. Σε διεθνή φεστιβάλ ¨τρώμε¨ τους άλλους στην ποικιλία. Σε χωριά που η μεταξύ τους απόσταση είναι 5 χιλιόμετρα βλέπεις άλλη φορεσιά.

 Θα ήθελα τελειώνοντας αυτή την κουβέντα να ευχηθείτε στον σύλλογό μας.

  Όπως είπα και στην αρχή, χαίρομαι πολύ όταν έρχομαι σε επαφή είτε με χορευτικό, είτε με όργανα παραδοσιακά, είτε με τραγούδι γιατί το έχω τάξει στη ζωή μου, αυτά που έχω μάθειτα 55 χρόνια να τα μεταδώσω στα παιδιά. Επομένως η ευχή μου είναι να συνεχίσετε με την ίδια αγάπη και τον ίδιο ζήλο προς αυτή την κατεύθυνση και να τα μεταδώσετε και σ’ άλλα παιδιά νεότερα, να φέρετε κοντά σας όσα περισσότερα μπορείτε, διότι τα τελευταία χρόνια με την παγκοσμιοποίηση υπάρχει κίνδυνος αλλοτρίωσης με το βομβαρδισμό ξενόφερτων ιδεών και προτύπων, αν και πιστεύω ότι δεν θα χαθεί τίποτα γιατί όλα αυτά είναι η ταυτότητά μας και είναι αρκετά δύσκολο να χαθεί.

 Σας ευχαριστώ πολύ γι’ αυτή την κουβέντα και εύχομαι να σας ακούμε για πολλά χρόνια και να έχετε επιτυχίες στα επόμενα βήματά σας.

  Εγώ σας ευχαριστώ, πολλούς χαιρετισμούς σ’ όλο το συγκρότημα και κάποια στιγμή που θα έρθω Χαλκίδα θα ήθελα να περάσω να σας δω.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *