Κείμενο: Αναστασία Τσαλκιτζή
Επιμέλεια ανάρτησης: Κλαίρη Μπαράκου
(φωτό διαδικτύου)
Ζεστές, καυτές, γεμάτες ιδρώτα οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη κι εγώ αποφεύγω φοβούμενη την πιθανή ίσως μόλυνση της υδάτινης αγκαλιάς της, μα ποθώ τόσο να περπατήσω στον αμμώδη βυθό της. Λυγίζω και μετά από 22 μέρες, μεσημεράκι ακολουθώ το δρόμο για τη Σουβάλα. Αγναντεύοντας την ηρεμία της , τη φωτεινότητα του χρώματός της γαληνεύει η ψυχή, αλαφραίνουν οι σκέψεις, γίνεσαι πάλι παιδί.
Μα τα πάντα σβήνουν στην όψη της παραλίας. Η παραλία έχει τόσο αλλάξει! Η άμμος γεμάτη με «στολίδια» του πολιτισμού μας. Τα μάτια βουρκώνουν, η ψυχή μαυρίζει και τα ερωτηματικά κατακλύζουν το μυαλό. Θα σωθεί ο πλανήτης αν εξαφανιστούν τα πλαστικά καλαμάκια; Μα η αγαπημένη μου παραλία είναι γεμάτη με εκατοντάδες πλαστικά πολύχρωμα καπάκια, πλαστικές τσάντες, πλαστικά ποτήρια, πλαστικές γλάστρες, πλαστικά περιτυλίγματα.
Απιθώνω προσεκτικά τα πράγματα στο έρημο ξύλινο παγκάκι και φορώντας τις σαγιονάρες μου διασχίζω την παραλία. Οι μόνιμοι κάτοικοί της τρομαγμένοι απομακρύνονται κι εγώ συνεχίζω να περπατώ παρατηρώντας το πυκνοκατοικημένο της βυθό. Φυλάκισε ενθύμια της πρόσφατης κακοκαιρίας στο θεσσαλικό κάμπο.
Οι γρήγορες απλωτές μου ξεκουράζουν το κορμί, διώχνουν την κούραση της μέρας αναζωογονώντας κάθε μου κύτταρο. Ελάχιστοι πλέον οι επισκέπτες της ξανοιγμένοι στα βαθιά κι εγώ ξαπλωμένη ακούω το θρήνο της το κλάμα της το στεναγμό της. Μα κανείς σας δε νοιάζεται , κανείς σας δε μ’ αγαπά, κανείς σας δε με φροντίζει. Κι ο θρήνος της ζωντανεύει στο μυαλό το υπέροχο παραμύθι που διαβάζω στα παιδιά του Νηπιαγωγείου «Η Μεσόγειος» . Οι σκέψεις μου σταματούν στη θέα του κυρίου που σκυμμένος στην παραλία μαζεύει. Δυστυχώς δίχως γυαλιά είναι αδύνατον να ξεχωρίσω τι μαζεύει. Οκ, θα δω αν πλησιάσει τους κάδους. Θυμώνω τόσο πολύ με τη φάρα μας. Μαζεύει ξύλα τα υπόλοιπα απλώς τα προσπερνά. Απολαμβάνουμε το μπάνιο μας αδιαφορώντας, απολαμβάνουμε τις ακτίνες του ήλιου κλείνοντας τα μάτια μας, απολαμβάνουμε την ομορφιά της διαγράφοντας την πρόσκαιρη ασχήμια της.
Με ενοχλεί τόσο πολύ η γεμάτη πλαστικά παραλία, ο βυθός με τα αταίριαστα στολίδια του. Είμαι πολίτης με συνείδηση; ρωτώ απευθυνόμενη στην ψυχή μου. Το ΟΧΙ που ξεπροβάλλει με κάνει τόσο να ντρέπομαι, τόσο να λυπάμαι, τόσο να εξοργίζομαι .
Αποφασισμένη πλέον μαζεύω στη σύντομη διαδρομή μου κάθε τι που δεν είναι δικό της, σκεφτόμενη πως δεν μπορεί και κάποιος άλλος θα φιλοτιμηθεί. Μα με κοιτούν τόσο αδιάφορα, τόσο παράξενα. Συνεχίζω κουβαλώντας στον κάδο κάθε κομμάτι πλαστικού που συναντώ στο διάβα μου ελπίζοντας πως το φιλότιμό της φάρας μας θα κινητοποιηθεί. Ο κύριος που μάζευε τα θαλασσόξυλα πλησιάζει:
“Καλησπέρα σας. Τους έχω πάρει τόσες φορές τηλέφωνο να έρθουν να καθαρίσουν την παραλία, αλλά το μόνο που τους νοιάζει είναι οι εκλογές. Αδιαφορούν για όλα τα άλλα.”
Τα μάγουλά μου κατακόκκινα, τα νεύρα μου στο ζενίθ με τις δηλώσεις του. Μετρώ προσπαθώντας να ηρεμήσω, γιατί δεν θέλω να του απαντήσω και εξακολουθώ να πηγαινοέρχομαι στους κάδους.
Ζούμε στην ωραιότερη χώρα του κόσμου μα…. Άραγε μας αξίζει ή καλύτερα της αξίζουμε;