Τα “κακανθρωπίσματα” του πατέρα

 
 Κείμενο : Δάφνη Κουμούλη
Επ. ανάρτησης Κλαίρη Μπαράκου 

     Καλοκαιρινά βράδια, στην παλιά μονοκατοικία, έξω στην αυλή. Δίπλα ο κήπος με τα σαν πιάτα ηλιοτρόπια, γερμένα προς τα εμάς. Μαζεμένη όλη η οικογένεια, πρωταγωνιστής ο πατέρας. Εκείνος ήξερε τις πιο ωραίες ιστορίες και μεις τα μειράκια, καθισμένα τριγύρω του περιμέναμε να ζωντανέψουν τα παράξενα παραμύθια του. Φτιάχναμε και ατμόσφαιρα, κάθε φορά σβήναμε τα φώτα, το σκοτάδι βοηθούσε στο να ανεβαίνει η αδρεναλίνη μας ψηλότερα και να παίρνουμε μιαν αξιοπρεπή τρομάρα!

 Είχαμε εντρυφήσει αλλά και βαρεθεί τα κλασικά παραμύθια με την κοκκινοσκουφίτσα, τη σταχτοπούτα, τα κατσικάκια, θέλαμε κάτι πιο ζωηρό, πιο αληθινό. Οι ιστορίες που μας άρεσαν ήταν αυτές που είχαν ξωτικά, νεράιδες και κακανθρωπίσματα, δηλαδή δαιμόνια της νύχτας, που είχαν όμως μιαν ηθική αντίληψη του γήινου κόσμου. Ο πατέρας μας τα διηγούνταν με πραγματικό ταλέντο παραμυθά, χωρίς όμως να αφήνει υποψία ότι επρόκειτο για παραμύθια.

Μανώλης Κουμούλης

 Μας παρουσίαζε έναν μεταφυσικό κόσμο, συνυφασμένο με τον πραγματικό, σαν να ήταν το πιο απλοϊκό πράγμα κι η βραχνή φωνή του χρωματίζονταν σε κάθε λεπτομέρεια της ιστορίας απολαυστικά και κατάφερνε να γινόμαστε όχι μόνο ακροατές ενός Ομήρου, αλλά θεατές μιας ολοκληρωμένης παράστασης. Έπαιρναν σάρκα και οστά όλες οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες αλλά και οι σκιές της αυλής, που γινόντουσαν στην φαντασία μας ισχυρές,απειλητικές παρουσίες.

 Ίσως οι σημερινοί παιδαγωγοί να διαφωνούσαν με τη μέθοδο παιδαγωγικής του πατέρα κι όμως ήταν μια καλή προετοιμασία για το τι μας περίμενε παρακάτω.

 Οι ιστορίες του διαδραματίζονταν όλες στο χωριό, που για μας ήταν μόνο τόπος διακοπών. Πρωταγωνιστής και θύμα, ήταν πάντα κάποιος ξεπεσμένος μέθυσος, που γύρναγε στο σπίτι και χτυπούσε τη γυναίκα και τα παιδιά του, ή κάποιο κακό άτομο, που διέπραττε αδικίες στους συγχωριανούς του, συχνά τους έδινε όνομα υπαρκτών προσώπων ο κατεργάρης. Σε κάθε συμβάν υπήρχε κακοκαιρία, με καταρρακτώδη βροχή, βροντές και αστραπές και βέβαια ήταν πάντα νύχτα.

 Ο μεθυσμένος λοιπόν τρεκλίζοντας επέστρεφε στο σπίτι του, με τα πόδια βέβαια, μούσκεμα ως το κόκαλο, τραγουδώντας και βρίζοντας. Σαν παντογνώστης αφηγητής ο πατέρας ήξερε τι σκέφτονταν ο μεθυσμένος και βέβαια στο μυαλό του ανάδευε να τσακωθεί με τη γυναίκα του. Αυτή του έφταιγε πάντα για τη φτώχεια τους και για ό,τι κακό συνέβαινε στον κόσμο.

 Πλησιάζοντας στο σπίτι εμφανίζονταν το κακανθρώπισμα, ένας άντρας πανύψηλος, με πρόσωπο απροσδιόριστο, σκοτεινό, που είχε ένα θέμα με τους αλκοολικούς και τους κακούς.. εξάλλου μόνο αυτοί τον έβλεπαν. Περπατούσε δίπλα του, χωρίς να βρέχεται, συχνά φορούσε άσπρα ρούχα ή καπέλο και προσπαθούσε να παρασύρει τον πιωμένο σε κάποιον γκρεμό ή να τον ρίξει στις λάσπες, τις περισσότερες όμως φορές τον έσπαζε στο ξύλο…γέμιζε με αίματα εκδορές και μώλωπες.

 Σε άλλες ιστορίες εμφανίζονταν νεράιδες ,σε όσους γυρνούσαν αργά στο σπίτι.Τους παραπλανούσαν με τη λάμψη και την ομορφιά τους και τους εξαφάνιζαν. Μετά από πολλές μέρες τους βρίσκανε με τρύπια τα παπούτσια τους, σκισμένα τα ρούχα τους, χωρίς τη μνήμη και το λογικό τους…ποιος ξέρει τι τους έκαναν…

 Όλοι οι αγγελοκρουσμένοι έκαναν παρέλαση μέσα στις ιστορίες του πατέρα κι εμείς ήδη νιώθαμε τα κακανθρωπίσματα και τις ξωτικές ακριβώς πίσω μας, κοιτούσαμε με την άκρη του ματιού δίπλα μας, για να σιγουρευτούμε με ποιον καθόμασταν….

   Στο τέλος δεν ακούγαμε «ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα», αλλά «αυτά παθαίνουν όσοι δεν έχουν μυαλό και γνώση».

   Πολλά χρόνια αργότερα κατάλαβα τον ηθικοπλαστικό χαρακτήρα αυτών των ιστοριών και το φόβο του πατέρα μην γίνουμε σαν τους χαμένους ήρωες των ιστοριών του. Θα ήταν μια προσωπική του αποτυχία η ηθική μας κατάρρευση. Θυμάμαι πάντα με τρυφερή νοσταλγία εκείνα τα καταπληκτικά βράδια και το ανεξάντλητο ταλέντο του να συνθέτει ιστορίες σαν παραμύθια.

 Κοιμήσου ήσυχος πατέρα εκεί που είσαι…κανένα από τα κακανθρωπίσματά σου δεν μας πλησίασε ποτέ! Τα μόνα κακανθρωπίσματα που συναντήσαμε ήταν οι άνθρωποι, αυτοί οι «μέθυσοι» που προσπάθησαν να μας ρημάξουν τη ζωή, μπορεί και να το κατάφεραν…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *