από το Γιώργο Σπυρόπουλο
Το 1895 ο πατέρας του ραδιοφώνου Γουλιέλμος Μαρκόνι κατόρθωσε να μεταδώσει ηχητικά σήματα Μορς διαμέσου ερτζιανών κυμάτων. Οι επιτυχίες του Μαρκόνι και άλλων ερευνητών, όπως του Ρέτζιναλντ Φέσεντεν (Reginald Fessenden) και του Λη ντε Φόρεστ (Lee de Forest), αποτελούν την απαρχή της ανάπτυξης της ραδιοφωνίας. Η ραδιοφωνία, η οποία συνίσταται στη μετάδοση ομιλιών, μουσικής και λόγου σε μεγάλες αποστάσεις, χωρίς τη μεσολάβηση αγωγών, αλλά με ηλεκτρομαγνητικά κύματα και στη λήψη τους από ειδικούς δέκτες, αποτελεί πρακτική εφαρμογή της εφεύρεσης των ηλεκτρονικών λυχνιών. Άρχισε να αναπτύσσεται τη δεκαετία του 1910 στις ΗΠΑ.
Γύρω στα 1873 ο Μάξγουελ πρότεινε τη θεωρία του ηλεκτρομαγνητισμού, σύμφωνα με την οποία ένα ηλεκτρομαγνητικό κύμα μπορεί να μεταδοθεί χωρίς να μεσολαβεί κάποιο φυσικό μέσο. Το 1883 ο Χερτς (Hertz) επαλήθευσε τη θεωρία του Μάξγουελ για τον ηλεκτρομαγνητι-σμό και ανακάλυψε τα ραδιοκύματα. Γύρω στα 1897 ο Μαρκόνι επαλήθευσε τα πειράματα του Χερτς και κατάφερε να στείλει ασύρματο σήμα σε απόσταση 3 km. Με τη συσκευή αυτή ο Ιταλός Μαρκόνι πήγε στην Αγγλία, που ήταν η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της εποχής και ίδρυσε την εταιρεία ‘Marconi Wireless telegraph’, η οποία προσέφερε υπηρεσίες στη ναυσιπλοΐα. Τα ραδιοκύματά του δεν μετέδιδαν φωνή αλλά σήματα Μορς.
Ήταν παραμονές των Χριστουγέννων του 1906 στη Νέα Υόρκη, όταν ο Φέσεντεν μετέδωσε για πρώτη φορά φωνή και μουσική μέσω ραδιοκυμάτων. Αργότερα ήρθε ο ντε Φορέ για να εφεύρει την ηλεκτρονική λυχνία, η οποία ήταν η μόνη “μορφή” ραδιοφώνου για τα επόμενα 50-60 χρόνια. Μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο το ραδιόφωνο ήταν ένα μέσο χρησιμοποιούμενο σε ερασιτεχνική βάση και δεν ήταν καθόλου ανεπτυγμένο ούτε διαδεδομένο. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το ραδιόφωνο εκτινάχθηκε σ’ ένα μέσο επικοινωνίας και ενημερώσεως ίσης, σχεδόν, αξίας και αποδοχής με τον γραπτό τύπο.
Ακόμη και σήμερα και παρά την εμφάνιση της τηλεοράσεως και του διαδικτύου, το ραδιόφωνο εξακολουθεί και κυριαρχεί στην ενημέρωση και κυρίως στην ψυχαγωγία, διατηρώντας τη μαγεία του. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Περί μαγευτικής ατμόσφαιρας που δημιουργεί μια ραδιοφωνική εκπομπή, αφού επιτρέπει στον ακροατή να σκεφτεί, να φανταστεί, να βιώσει, να συναισθανθεί, να “ξεφύγει.” Σε αντίθεση με την τηλεόραση που σε μετατρέπει σε παθητικό δέκτη των εκπεμπόμενων απ’ αυτή, περιορίζοντάς σε στον χώρο της, το ραδιόφωνο αντίθετα όχι απλά σε ενεργοποιεί ως δέκτη, αλλά σε απελευθερώνει και σε ταξιδεύει εσωτερικά και εξωτερικά.
Όταν ανοίγεις το ραδιόφωνο δεν θέτεις σε λειτουργία απλά έναν πομπό, αλλά ξεδιπλώνεις δίαυλο/διαύλους επικοινωνίας με συνανθρώπους, με το περιβάλλον, με τον Θεό. Η ψυχή σου πάλλεται από τις μελωδικές νότες ενός αγαπημένου τραγουδιού, η φαντασία σου εξανίσταται ακούγοντας ένα θεατρικό έργο ή αν είσαι παιδί ακούγοντας κάποιο παραμύθι, το μυαλό σου αναλογίζεται και προβληματίζεται με όσα χρήσιμα ακούει από μια συνέντευξη, η μοναξιά σου απαλύνεται με τη συντροφιά του ραδιοφώνου και έρχονται κοντά σου οι αγαπημένοι σου, αφού καταργούνται και εκμηδενίζονται οι αποστάσεις.
Το ραδιόφωνο είναι μια γέφυρα που ενώνει αρμονικά την ψυχή με τα όνειρα, είναι ο ρυθμός των παλμών της καρδιάς που ανεβάζει την ένταση, είναι ” τ’ αυτιά” της ψυχής, του μυαλού, της σκέψεως.
Ο σύλλογός μας έχει την τύχη να εκπέμπει (φιλοξενούμενος) ραδιοφωνικά στους 97,7 κάθε Κυριακή στις 12-1 το μεσημέρι και κάθε Τρίτη στις 4-5 το μεσημέρι (σε επανάληψη) την εκπομπή “εν τυμπάνω και χορώ” και στους 96,5 κάθε Σάββατο 9-10 το πρωί την εκπομπή “πατήματα στον χρόνο”.
Μουσικές, σχόλια, συνεντεύξεις, παρουσιάσεις, αναδρομές και αφιερώματα επιτρέπουν στον ακροατή, μέσω της μαγείας του ραδιοφώνου, να έχει πρόσβαση στη μουσικοχορευτική κληρονομιά, αλλά και στα φιλοσοφικά και κοινωνικά μεγέθη που έχουν προσδιορίσει τον πολιτισμό μας στον σύγχρονο κόσμο
Κλείστε την τηλεόραση, ανοίξτε το ραδιόφωνο!
Δώστε την ευκαιρία στα μάτια της ψυχής “να δουν”….ακούγοντας…