
Κείμενο: Αναστασία Τσαλκιτζή
Επιμέλεια ανάρτησης: Κλαίρη Μπαράκου
Ταξιδεύοντας στο facebook συναντώ ένα μικρό video. Γεμάτη περιέργεια πατώ και παρακολουθώ τον Ιωάννη Ζιώγα (ζωγράφο – Αναπληρωτή Καθηγητή και Κοσμήτορα της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας), να εξηγεί στα εγκαίνια της έκθεσης «Ζωγραφίζοντας στα Κινέζικα» του Εργαστηρίου Τέχνης Χαλκίδας, τις τεχνικές που στηρίζονται στην Κινέζικη ζωγραφική και τον τρόπο που αυτή αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει τον χώρο.
Πρώτη ανάγνωση και έχω καταλάβει ελάχιστα, δεύτερη και αρχίζω να γοητεύομαι, τρίτη και επιθυμώ να γευτώ τα έργα εκείνων που είναι εκτεθειμένα στη ματιά του παρατηρητή. Ξεκινώ για την περιήγηση απολαμβάνοντας πρώτα τη βόλτα στην «καρδιά» της πόλης. Γεμάτη κόσμο, πολύβουη, μοναχική με το φεγγάρι να κάνει αισθητή την παρουσία του και ας μην έχει ακόμα απλωθεί το φως της νυχτιάς.
Το βήμα γρήγορο, οι σκέψεις πολλές μα τόσο μπερδεμένες και η πινακοθήκη της Χαλκίδας με πόρτες ανοικτές προσκαλεί το διαβάτη να διαβεί το κατώφλι της. Παρατηρητές ελάχιστοι κι εγώ χαίρομαι μιας και οι σκέψεις μου τα συναισθήματα μου θα είναι οι δικοί μου σύντροφοι στο ταξίδι της τέχνης.
Παράξενα όμορφη. Ο κόσμος των χρωμάτων μονότονος μα προκαλεί το ενδιαφέρον μου. Η παρουσίαση των έργων τόσο διαφορετική. Έργα δημιουργημένα σε χαρτί. Θυμίζουν τα έργα παιδιών νηπιαγωγείου που με το πινέλο στο χέρι, απορροφημένα από τη μαγεία των χρωμάτων, περνούν ξανά και ξανά το πινέλο απάνω στο χαρτί ακολουθώντας τα ίχνη του. Οι εικόνες συγκεχυμένες, δυσκολεύομαι τόσο να κατανοήσω. Η ματιά γρήγορη, βιαστική χαϊδεύει κάθε τοποθετημένο χαρτί μέχρι τη στιγμή που η πόρτα της φαντασίας μου δημιουργεί τη σχισμή εκείνη που επιτρέποντας στη λογική να ξεκουραστεί ξεκινά η απόλαυση της αρμονίας των σχημάτων, των αποτυπωμάτων, των γραμμών…..
Οι «φρίζες» (αφήγηση σε επιμήκη επιφάνεια) αιωρούμενες, επιζητούν την προσοχή του παρατηρητή. Μιλούν εξιστορούν επιτρέποντας στη φαντασία του επισκέπτη να ανακαλύψει την αποτυπωμένη ιστορία. Οι εικόνες διαδεχόμενες η μία την άλλη αφηγούνται ιστορίες στον καθέναν από μας που κοντοστάθηκε παρατηρώντας τις.
Μα η δική μου ματιά εγκλωβίστηκε στην εικόνα της σκιάς που διαβαίνει το κατώφλι της πόρτας. Τα συναισθήματα τόσο έντονα. Τα μυαλό ξεκινά να πλάθει ιστορίες και η προσπάθειά μου να αναγνώσω την ιστορία από την αρχή επίπονη. Βήμα – βήμα από το τέλος προς την αρχή και το ταξίδι στο χρόνο ξετυλίχθηκε. Η προσωπική διαδρομή του δημιουργού τόσο ευρηματικά δοσμένη, τόσο λιτά συγκλονιστική. Μα εκείνη η πόρτα ακόμα με βασανίζει. Τα γραφόμενα από το δημιουργό λόγια τόσο δύσκολο να διαβαστούν στην αιώρηση της «φρίζας».
« Η σιωπή κάνει τον κόσμο πιο μεγάλο,
η θλίψη πιο δίκαιο
σαν τον τρελό που, κλειδωμένος στο κελί του,
ζωγράφισε στον τοίχο μία πόρτα κι έφυγε…»
Πόσο άδικο εκ μέρους μου να μην μιλήσω για κάτι άλλο εκτός από αυτό που μίλησε στην ψυχή μου. Και στη γωνιά του μυαλού μου ένα ανθρωπάκι μικρό με τη γλώσσα έξω με κοροϊδεύει λέγοντας: « Κι ύστερα λες πως δεν αγαπάς την ποίηση» Πόσο παράξενα τούτα τα λόγια!
Ποίηση δίχως λόγια η μονοχρωμία των αποτυπωμένων εικόνων κι αποχωρώ υποσχόμενη πως θα ξαναγυρίσω μιλώντας για το κουτί των ακατάστατα τοποθετημένων εικόνων, που αλλάζει στο άγγιγμα εκείνου που ανασαίνοντας το άρωμα της ιστορίας του ζωγράφου δημιουργεί την αρχή της ιστορίας του επόμενου θεατή.








