O δρόμος περνά από μέσα

   
Κείμενο, φωτό Κόκκινο Σπίτι: Αναστασία Τσακλιτζή
Επιμέλεια ανάρτησης : Μπαράκου Κλεοπάτρα
  Σεργιάνι στο facebook  και η είδηση που ξεπηδά τραβά την προσοχή μου. Το θέατρο Χαλκίδας, ένα σωματείο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ιδρύθηκε το 1981 και έχει μέχρι σήμερα συνεχή πολιτιστική – θεατρική δράση στη Χαλκίδα και στην Εύβοια, θα παρουσιάσει στο κοινό το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Ο δρόμος περνά από μέσα» στο Κόκκινο Σπίτι. Ενθουσιασμός, ανυπομονησία έξαψη τα πρώτα συναισθήματα που με κατέκλεισαν στο διάβασμα της ανακοίνωσης. Ναι, το εμβληματικό Κόκκινο Σπίτι θα ζωντανέψει αποκτώντας και πάλι προσωρινούς βέβαια κατοίκους, θα διηγηθεί μέρος της άγνωστης σε πολλούς από εμάς ιστορίας του; Θέλω τόσο να βρεθώ για μία ακόμα φορά σε αυτό το παραμελημένο μα μοναδικής ομορφιάς σπίτι!
 Έχοντας πλέον κλείσει το ραντεβού μου με αυτό, ανυπομονώ και προβληματίζομαι με τον τίτλο του έργου, μα και με το συγγραφέα του. Μου είναι τόσο γνωστό μα και συνάμα τόσο άγνωστο το  όνομα του. Η αναζήτηση πληροφοριών στις  μηχανές αναζήτησης του διαδικτύου και τα αποτελέσματα αυτών εκτοξεύουν  την περιέργεια μου. Κορυφαίος μεταπολεμικός δραματουργός, στιχουργός, ακαδημαϊκός και ένας  από τους επιζήσαντες  του στρατοπέδου συγκέντρωσης και εξόντωσης Μαουτχάουζεν. Πόσα δεν γνώριζα, πόσα εξακολουθώ να μην γνωρίζω για τους ανθρώπους που δημιούργησαν νέες σελίδες στην ιστορία του πολιτισμού της χώρας μου. 
«Θα έλεγα πως ο Έλληνας δεν έχει εφοδιαστεί ή δεν έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα να μαθαίνει. Και όχι προς θεού για να το παρακάνει, αλλά για να αποκτά όσες γνώσεις χρειάζονται για μια πληρέστερη αυτογνωσία και αυτοπροστασία. Προσωπικά πιστεύω πως αν οι Έλληνες ήξεραν καλά τον τόπο τους, την ιστορία τους, τον πολιτισμό και τον χαρακτήρα τους, θα ήταν πολύ λιγότερο εκτεθειμένοι στις κάθε λογής ξενηλασίες»  (Ιάκωβος Καμπανέλλης) πόσο εύστοχες οι σκέψεις του!
 Αν και δεν ενθουσιάζομαι με την ανάγνωση του έργου, εξακολουθώ να ανυπομονώ για το προκαθορισμένο ραντεβού μου και επιτέλους η 1η Απριλίου κατέφθασε και το μυαλό μου κατακλύζεται από εικόνες προηγουμένων επισκέψεων μου σε αυτό. Εμβληματικό, φωτισμένο, γεμάτο ζωή κι οι διοργανωτές καλωσορίζουν τον επισκέπτη, τηρώντας βέβαια όλα τα προβλεπόμενα μέτρα από τα πρωτόκολλα για τον covid – 19. 
 Η μουσική, ο απαλός φωτισμός των προβολέων, τα έπιπλα εποχής, οι πίνακες που στολίζουν τους τοίχους, οι δαντελένιες κουρτίνες στα σφαλιστά παράθυρα ζωντανεύουν μέρος της ιστορίας του. Επί σκηνής καθήμενος αναπαυτικά στην πολυθρόνα του ο  πρωταγωνιστής του έργου διαβάζοντας βιβλίο …………. και η αυλαία σηκώνεται μετά το σύντομο μήνυμα της κας Μαρίας Βαρδάκα για απενεργοποίηση των τηλεφώνων. 
 Ο μονόλογός του εβδομηντάχρονου οικοδεσπότη προβληματίζει το θεατή αποτυπώνοντας τη μοναξιά των γηρατειών του, την αντίστασή του στην άνθηση πολυκατοικιών της εποχής, την άρνησή του να εκδιώξει τους αποβιώσαντες κατοίκους του σπιτιού διαγράφοντας μέρος της ιστορίας του, της ιστορίας μας……… κι οι σκέψεις του μπλέκουν τις αναμνήσεις που ξεπηδούν για τη Χαλκίδα που έσβησε θέλοντας να αναπνεύσει.
 Ο φωτισμός χαμηλώνει σηματοδοτώντας την εισαγωγή του επόμενου συμπρωταγωνιστή και ο μεταξύ τους διάλογος αποτυπώνει τόσο έξυπνα την επιθυμία εκείνων, που πλουτίζουν ξαφνικά, να αναρριχηθούν εκμεταλλευόμενοι το οικονομικό αδιέξοδο εκείνου που αντιστέκεται στη διαγραφή της ταυτότητας του πιστεύοντας πως το χρήμα είναι και η μοναδική κινητήριος δύναμη. Ένας διάλογος που προσφέρει την ευκαιρία στον οικοδεσπότη να μιλήσει για την διατάραξη της ισορροπίας της  φύσης όταν ένα κομμάτι της ξεριζώνεται.
 Παρουσιάζει τη γυναίκα του εξυμνώντας το “εγώ” του με τη φράση πως είναι “το δικό του δημιούργημα”. Μία γυναίκα καλλίγραμμη, άβουλη  με χαραγμένο το χαμόγελο στα χείλη, ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας σύμφωνα με τη δική του πάντα επιθυμία και με μοναδική της επιθυμία να μπορεί να μαθαίνει. Έρχεται αντιμέτωπη με την υπεροπτική υπηρέτρια που εξακολουθεί να προσφέρει δίχως χρήματα τις υπηρεσίες της ακόμη και τώρα που οι περιστάσεις της στέρησαν τα καθήκοντά της, παγιδευμένη στον ανεκπλήρωτο έρωτά της και της φράσης «μα τι θα πει ο κόσμος».  Ζει καθημερινά στο χθες, κατασκοπεύοντας κάθε κίνηση κάθε φράση των όσων διαδραματίζονται φθονώντας την επιθυμία του ευ ζην  του ανθού της νεότητας. 
 Μα αυτή η άβουλη γυναίκα γοητεύεται τόσο από τον ανιψιό του οικοδεσπότη νιώθοντας την καρδιά να σκιρτά στα βέλη της δίχως ανταλλάγματα προσφερόμενης προσοχής εκ μέρους του γοητευτικού δικηγόρου που θέλει τόσο να παραδώσει την ιστορία του, την ιστορία μας, στο βωμό της οικοδομικής άνθησης, διεκδικώντας την κινητήριο δύναμη της ζωής, το χρήμα. 
 Και το έργο πλησιάζοντας στο τέλος του ανατρέπεται από την εκρηκτική διαμάχη  γεμάτη ένταση, θυμό, επιθυμία εκδίκησης, μεταξύ του ζεύγους. Εκείνος πληγωμένος από την προδοσία της συζύγου ζητώντας εκδίκηση, θέλοντας για μία ακόμα φορά να εκμηδενίσει την ύπαρξη του δημιουργήματός του γίνεται τόσο βίαιος ερχόμενος αντιμέτωπος με την προσωπικότητά της που τόσο καιρό συστηματικά αγνοούσε. Ναι χρωστούσε σε εκείνον το ζην μα το ευ ζην στο δάσκαλό της, που δεν ήταν άλλος από τον απρόσκλητο έρωτα στη ζωή της.
 Ναι, ένα έργο που σχεδόν μου ήταν αδιάφορο διαβάζοντάς το, ξετύλιξε υπέροχα τα κρυμμένα του μυστικά στην επαγγελματική παρουσίαση του από το θέατρο Χαλκίδας κι εγώ αποχωρώ υποκλινόμενη όχι μόνο στους συντελεστές τους έργου, στους χορηγούς της παράστασης αλλά και  στους αρχαίους Έλληνες που γνωρίζοντας τη δύναμη των παραστάσεων ενίσχυαν οικονομικά τον άπορο πολίτη για να τις παρακολουθεί (θεωρικά). Κι η υπόκλιση μου πλημμυρίζεται της απορίας πόσα ακόμα θα ξεπουληθούν θα σβηστούν στο όνομα του κέρδους;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *