ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

από την Αλεξάνδρα Παχού

Το Ηπειρώτικο πολυφωνικό τραγούδι αποτελεί κομμάτι της άυλης πολιτιστικής μας κληρονομιάς και αναφέρεται στο φωνητικό, κατά κύριο λόγο, τραγούδι.

 Αποτελείται από ένα σύνολο ανθρώπων που λειτουργούν ως ομάδα και το κάθε μέλος της έχει διακριτούς ρόλους, όπως ο πάρτης ή παρτής ή σηκωτής, ο γυριστής ή κλώστης, ο ισοκράτης. Ο γενέθλιος τόπος του πολυφωνικού τραγουδιού είναι η παραμεθόριος Ήπειρος και η Νότια Αλβανία, στην περιοχή της Ελληνικής μειονότητας.

 Πολυφωνικά τραγούδια συναντάμε και σε τρεις εθνοπολιτιστικές ομάδες με διαφορετικό τρόπο και οι τρεις στην Αλβανία. Υπάρχουν το αλβανόφωνο πολυφωνικό άκουσμα και το λιάπικο, που έχει μουσικολογικά στοιχεία παρόμοια με το ηπειρώτικο, αλλά στην αλβανική γλώσα. Οι Τόσκηδες και οι Τσάμηδες διαφοροποιούνται γλωσσικά, αλλά και ερμηνευτικά με διαφορετικού ύφους ερμηνεία.

  Μέσα από τις βιβλιογραφικές αναφορές του Σπυρίδωνα Περιστέρι ή Περιστέρη (τον Αύγουστο του 1951 και τον Ιούλιο του 1957), ο οποίος κατέγραψε ηχητικά την περιοχή της Δρόπολης (Δερόπολης) της Βορείου Ηπείρου αλλά και του Ελβετού Γαλλοεβραίου μουσικολόγου Samuel Baud Bovy 1971, ηχογραφήθηκαν αυθεντικές εκτελέσεις που εκφράζονται πολυφωνικά και γίνεται αποδεκτή η παρατήρηση του Περιστέρη για τη σχέση πολυφωνίας με τη Βυζαντινή μουσική, όπου υπάρχει η ίδια αρχαϊκή πεντατονική δομή με τους ίδιους ερμηνευτικούς κανόνες διατηρώντας μια αρχέγονη μορφή αρμονίας.

 Το Ηπειρώτικο τραγούδι βασίζεται στην πεντατονία και είναι το μόνο στην ελληνική παραδοσιακή μουσική. Η δομή του ποικίλλει παρουσιάζοντας διάφορες τυπολογικές δομές τραγουδιών, ομοφωνίες, διφωνίες, τριφωνίες, τετραφωνίες χωρίς ισοκρατήματα με συνοδεία μουσικών οργάνων, με διαφορετική ταχύτητα, ποικιλία στον τόνο φωνής, διαφορετικό τρόπο πτώσης, κόψιμο ακόμα και στον τονισμό των λέξεων ανάλογα με την ντοπιολαλιά. Η τετραφωνία είναι η συνηθέστερη μορφή.

Οι φωνές στο πολυφωνικό τραγούδι είναι οι ακόλουθες: 

  •  Ο πάρτης ή παρτής ή σηκωτής είναι το βασικό μέλος του συνόλου. Εισάγει τη βασική μελωδία, την έκθετη και είναι ο καλλίφωνος που καθοδηγεί ρυθμικά την υπόλοιπη ομάδα.

  •  Ο γυριστής ή κλώστης είναι αυτός που δίνει το σύνθημα για την πολυφωνία στο σύνολο. Εισάγει τις φωνές μ’ ένα χαρακτηριστικό επιφώνημα (ώ χου ή άντε ή αχ, ωχ, ωχ), ενώ με ένα απότομο επιφώνημα σηματοδοτεί τη λήξη του παρσίματος από τον πάρτη.

  • Ο κλώστης ή λαλιά αντικαθιστά και τον γυριστή ανάλογα με το σύνολο. Η τεχνική που χρησιμοποιεί είναι ιδιαίτερη και κινείται σε υψηλούς τόνου και κάνει χρήση της εγκεφαλικής φωνής. Το φαλτσέτο ή λαρυγγισμός συγκρίνεται από διάφορους μελετητές με το τυρολέζικο jodler.

  • Ο ρίχτης είναι ένας από τους ισοκράτες που αναλαμβάνει να ρίξει το τραγούδι μ’ ένα επιφώνημα, προκειμένου να δώσει τον απαραίτητο χρόνο στον πάρτη για “μερικές ανάσες”.

  • Οι Ισοκράτες είναι αυτοί που κρατούν το ίσο, δηλαδή την τονικότητα του τραγουδιού και χρησιμοποιούν φωνήεντα όπως α, ε, ι, ο και ανάλογα με την κατάληξη του στίχου. Ανάλογα με τη μελωδία το ισοκράτημα είναι συνεχές ή συλλαβιστό και οι ισοκράτες προσδίδουν ηχητική σταθερότητα στο σύνολο, χωρίς να εκτελούν περίτεχνα γυρίσματα και αποτελούν το χαλί για τον γυριστή. Υπάρχει η δυνατότητα όξυνσης του ισοκρατήματος σκόπιμα ή τυχαία ή για την εναλλαγή του τραγουδιού η παραδοσιακή μετατροπία.

 Το αποτέλεσμα του συνόλου αυτών των τραγουδιών προξενεί ρίγος μέσα από την αμεσότητα της έκφρασης και τον απέριττο χαρακτήρα. Τα τραγούδια αυτά βασίζονται στο αποτέλεσμα του συνόλου και όχι στην καλλιφωνία των τραγουδιστών, γι’ αυτό άλλωστε και οι τελευταίοι δεν αναδείχτηκαν μεμονωμένα σαν καλλιτέχνες

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *